Μέρες Παράξενες Περίεργες Μέρες
Μέρες παράξενες, περίεργες μέρες… Φοβάσαι να πεις, να υποστηρίξεις,
να αισθανθείς, άραγε ζεις κάτι διαφορετικό μακριά από την κάθε είδους φοβία;
Αισθάνεσαι κάτι διαφορετικό από φόβο, μίσος, απογοήτευση;… Αν ναι, τότε έχεις
ακόμα ελπίδα και μιλώ για την ελπίδα, την ιδέα ότι είσαι ελεύθερος. Σε αυτή την
καθημερινότητα που βιώνουμε, βρισκόμαστε ανάμεσα σε ιδεολογίες, θρησκείες,
αυταπάτες, παραλείψεις, γιατί το λέω αυτό; Συνήθως γιατί με αυτό τον τρόπο
βλέπουμε και τους ανθρώπους, χάνοντας την ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης.
Γεμίσαμε ατομική έπαρση, γεμίσαμε «Ελληνισμό», απέχθεια και αφήσαμε στο
παρελθόν τον φιλόσοφο Σωκράτη δίχως να τον ακούμε, « Τους μεν κενούς ασκούς η
πνοή διίστησι, τους δ’ ανοήτους, το οίημα.»
μτφρ: τα άδεια σακιά τα φουσκώνει ο αέρας και τους ανόητους η έπαρση.
Πως φτάσαμε εδώ; Πως γίνεται να περπατάς και να συμβιβάζεσαι με τους
νεκρούς δίπλα σου, στη δουλειά, στο πεζοδρόμιο, στις πλατείες... Και αυτή η ησυχία
στο πνεύμα, σαν νεκρώσιμη ακολουθία ακούγεται. Το μόνο παρήγορο σκέφτεσαι
είναι ότι δεν βλέπεις πως και ο ίδιος νέκρωσες τις αισθήσεις σου… Πρωτοσέλιδα
κυκλοφορούν με εικόνες αιματοχυσίας, από πότε πωλείται και ο θάνατος πια σε αυτή
τη χώρα; Δύσμοιρη Ελλάδα, στο όνομά σου γίνονται όλα και πως εσύ να αποδείξεις
ότι κάποτε ήσουν η Άδμητος κόρη, η ανεξάρτητη και ισχυρή μιας Δημοκρατίας…
«Δεν είμαι Αθηναίος, ούτε Έλληνας πολίτης, αλλά πολίτης του κόσμου.», ο
Σωκράτης μιλώντας στους μαθητές του ήξερε πως το να είσαι άνθρωπος είναι πάνω
απ’ όλα… Ξεφτίσαμε την ψυχή μας και την πουλήσαμε για ένα κομμάτι φθόνο.
Μ’ ακούει κανείς άραγε; Στέκομαι στις λέξεις μου και πιάνω τον εαυτό μου
να τις μετρά ξανά και ξανά, ασυναίσθητα έβαλα όρια στις σκέψεις μου… Πως γίνεται
αυτό; Όχι δεν θέλω να νεκρώσει και η δική μου ψυχή, δεν θέλω να φοβηθεί η πίστη
μου. Έπειτα μένω στη σιωπή ξανά, κοιτάζω τον κέρσορα να αναβοσβήνει με
υπομονή εύχοντας κι εκείνος να μην προδώσω ποτέ την αλήθεια που πρέπει να
γραφτεί…
Μ’ ακούει κανείς άραγε;
Σε ποιον τόπο να υπάρξεις ηθικός, ονειροπόλος και χωρίς φόβους;..
Σε ποιον τόπο να ευλογηθεί η σιωπή σου με την λέξη αλήθεια;..
Σε ποιον τόπο να σταθείς εξόριστος και αυτό να είναι όλη σου η Δημοκρατία;..
Σε ποιον τόπο να ξαπλώσεις τις προθέσεις σου και να σηκωθούν ιδέες αθάνατες;..
Σε ποιον τόπο να θέσεις όλες αυτές τις ερωτήσεις άραγε και να προσμένεις απάντηση;..
Ίσως... Στον τόπο της ψυχής να αναγνωρίσεις αυτή την μεγαλόπνοη σου Εδέμ.
Παναγιώτης Θεοτόκης Λάκκας